Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Μαθήματα Ιστορίας:Η ίδρυση του ΕΛΑΣ και τα όσα προηγήθηκαν απ’ αυτήν

Στις 16 Φλεβάρη του 1942 κυκλοφόρησε πλατιά στην Αθήνα (πάνω από 4.000 πολυγραφημένα αντίτυπα) και στην Επαρχία η ιδρυτική διακήρυξη του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ), (με ευθύνη του Ανδρέα Τζήμα αναπληρωματικού μέλους του Π.Γ Κ.Ε του ΚΚΕ) του μαχητικού δηλαδή τμήματος του ΕΑΜ. Το ακριβές περιεχόμενο δεν έχει βρεθεί όμως σύμφωνα με αναμνήσεις πρωταγωνιστών του περιελάμβανε ως σκοπούς του:

– Αγώνας για την απελευθέρωση της χώρας.
– Περιφρούρηση των κατακτήσεων του λαού και των ελευθεριών του εναντίον κάθε επιβουλής.
– Εξασφάλιση της τάξης μέχρι τη διεξαγωγή εκλογών, στις οποίες ο λαός να εκφράσει ελεύθερα τη θέλησή του.
Ο ΕΛΑΣ έγινε με τη δράση του λαϊκός απελευθερωτικός στρατός, το ένοπλο τμήμα του λαού, υπερασπιστής της ζωής και της περιουσίας του, ενώ απελευθέρωσε  τη χώρα από τους κατακτητές.
Η γέννηση του ΕΛΑΣ δεν ήταν τυχαία, αλλά προϊόν πολύπλευρης θεωρητικής-ιδεολογικής και πρακτικής προετοιμασίας από την πλευρά του ΚΚΕ. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
– Η ΚΕ του Κόμματος, για παράδειγμα, στις αρχές Ιουλίου του 1941, στην ιστορική απόφαση της 6ης Ολομέλειας της σημείωνε χαρακτηριστικά: «Οργανώνοντας ακούραστα τον αγώνα για τα καθημερινά ζητήματα όλων των λαϊκών στρωμάτων και την ένοπλη αντίσταση στους κατακτητές, το κόμμα και ο κάθε κομμουνιστής ξεχωριστά οφείλει να προσανατολίζεται έγκαιρα και σωστά στα σοβαρά γεγονότα που αλλάζουν και θ’ αλλάζουν κάθε μέρα με γρηγορότερο ρυθμό, να οργανώνει τις δυνάμεις της λαϊκής εξέγερσης για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση της Ελλάδας».
– Με το θέμα του ένοπλου αγώνα ασχολήθηκε και η 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (αρχές Σεπτέμβρη του 1941), στην απόφαση της οποίας διαβάζουμε: «Στο Απελευθερωτικό αυτό Μέτωπο μια από τις πρώτες θέσεις πρέπει νάχουν οι στρατιωτικές δυνάμεις του έθνους, μόνιμοι και έφεδροι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και οπλίτες, ανάπηροι κλπ. Οι δυνάμεις αυτές θα αποτελέσουν τη μαχητική βάση για την τεχνική οργάνωση του απελευθερωτικού αγώνα».
– Η 8η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, που συνήλθε το πρώτο 10ήμερο του Γενάρη του 1942, ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την οργάνωση του ανταρτοπόλεμου. Επίσης, διατυπώνονταν οι άμεσοι και απώτεροι σκοποί του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Παράλληλα, τονιζόταν: «Ο εθνικοαπελευθερωτικός μας ανταρτοπόλεμος έχει πρωτεύουσα σημασία για την απελευθέρωση της χώρας από τον ξενικό ζυγό. Οι κομμουνιστές πρέπει να οργανώσουν, να μαζικοποιήσουν και να επεκτείνουν το ανταρτικό κίνημα στην ύπαιθρο, να περιφρουρήσουν τον εθνικοαπελευθερωτικό του χαρακτήρα και να καταπολεμήσουν αποφασιστικά κάθε τάση που θα οδηγούσε σε αντιλαϊκούς σκοπούς, σε ληστείες και πλιατσικολογήματα».
Στο πρώτο τεύχος του θεωρητικού περιοδικού του ΚΚΕ «Λαϊκή Επιθεώρηση», στο κύριο άρθρο, ο Κ. Καραγιώργης έγραφε: «Ο καιρός δε μας παίρνει: πρέπει να βάλουμε γερά οργανωτικά θεμέλια σε όλη την Ελλάδα, να ετοιμάσουμε τα μαχητικά τμήματα για την άμεση δράση, για τον παρτιζάνικο πόλεμο, για το πανεθνικό σαμποτάζ». Στο ίδιο τεύχος ο Παντελής Καραγκίτσης (Ορφέας Βλαχόπουλος – Σίμος), μέλος της ΚΕ του Κόμματος, συμπλήρωνε με έμφαση: «Το κίνημα των πατριωτικών ανταρτικών σωμάτων σαν σοβαρή μορφή πάλης για το τσάκισμα των ξένων κατακτητών μας πρέπει να επεκταθεί, να οργανωθεί σε όλες εκείνες τις περιφέρειες της χώρας μας που το περιβάλλον τους επιτρέπει και επιβάλλει τη δημιουργία πατριωτικών σωμάτων»
Τα πρώτα πρακτικά βήματα
Ο Πέτρος Ρούσος (που είχε την ευθύνη από το Π.Γ της Κ.Ε για τη δουλειά για το στρατό- από την Κ.Ε που ανασυγκρότησε το κόμμα με την 6η ολομέλεια) γράφει (Η Μεγάλη Πενταετία) για τα πρώτα βήματα του ένοπλου αγώνα: «…Από κάπου έπρεπε ν’ αρχίσουμε. Το πρώτο ήταν να ενθαρρυνθούν οι προσπάθειες των τοπικών κομματικών οργανώσεων ή πυρήνων να συγκροτηθούν ένοπλες ομάδες πατριωτικής δράσης. Το δεύτερο που αποφασίστηκε ήταν να βρεθεί με κάθε τρόπο μια τίμια ομάδα στρατιωτικών που να ακολουθεί πιστά το κόμμα και να αποτελέσει πυρήνα για τη καθοδήγηση του ένοπλου αγώνα. Αποφασίστηκε επίσης πως κάθε υπεύθυνο στέλεχος ή υπεύθυνος τεχνικός του κόμματος θα κινείται ένοπλος εκτός από ορισμένες περιπτώσεις. Αυτό εφαρμόστηκε αμέσως. Υπήρχαν ένα-δυο Μάυζερ, προμηθευτήκαμε και κάτι ιταλικές «Μπερέτες» (Μπρέντα) και μοιράστηκαν στους συντρόφους για χρήση σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις ασφαλείας. Κάποια μέρα κατά το καλοκαίρι του 1941 έρχεται στην Κ.Ε η πληροφορία πως μια ομάδα αξιωματικοί του ναυτικού γύρω από τον ανθυπολοίαρχο(;) Ν. Καλλιανέση προσφέρεται να συνδεθεί με το ΚΚΕ. Διαθέτει, λέει, άφθονους τενεκέδες δυναμίτη και προτείνει να αρχίσουμε δράση ανατινάξεων στην πρωτεύουσα. Πους σήμαινε να διαθέσουμε εμείς τους ανθρώπους. Κατά πάσα πιθανότητα επρόκειτο για ομάδα σαμποτάζ από εκείνες που άφησανοι Αγγλοι αποχωρώντας από την Ελλάδα. Η πρόταση μας συγκινούσε αλλά ας έβαζε και σε αμηχανία. Δεν μπορούσαμε να ριψοκινδυνέψουμε σοβαρά χτυπήματα προτού αποχτήσουμε κάποια οργανωμένη μαζική βάση ικανή να αντιμετωπίσει αύριο όλα τα ενδεχόμενα. Διαβιβάσαμε ανάλογη απάντηση στον Καλλιανέση. Σε λίγους μήνες όμως το κόμμα μας ήταν σε θέση να αναλάβει ή να υποβοηθεί σοβαρά σαμποτάζ όπως κάναμε με ομάδες μας στο πολεμικό εργοστάσιο Μαλτσινιώτη, όπως έγινε με τις ανατινάξεις στο λιμάνι του Πειραιά.» Και συνεχίζει: «…Κατά την κατάρρευση του μετώπου υπήρχε μια ομάδα προοδευτικών αξιωματικών με σοσιαλιστικές κατευθύνσεις που είχε συγκροτηθεί με πρωτοβουλία του λοχαγού Γιάννη Παλάσκα, του λοχαγού Στέφανου Παπαγιάννη και άλλων. Μερικοί τους συνδέονταν από τον καιρό της Μεταξικής δικτατορίας. Το Μάη του 1941 μερικοί από τους αξιωματικούς αυτούς όπως οι Στέφανος Παπαγιάννης, Βασίλης Βενετσανόπουλος, Γ. Σμαρίδης (Λογοθέτης), Αλέκος Παπαϊωάννου (σμηναγός) κ.α συνολικά 18-20 αξιωματικοί έκαμαν σύσκεψη στην Αγία Παρασκευή έξω από την Αθήνα. Η σύσκεψη αποφάσισε να μην υπακούσουν στα κηρύγματα της αναχώρησης στη Μέση Ανατολή, να μείνουν στην Ελλάδα, να παλέψουν κατά των κατακτητών και να ενταχτούν στο ΚΚΕ, που ήταν βέβαιοι ότι θάμπαινε επικεφαλής τους εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Στη σύσκεψη εκείνη δεν είχε λάβει μέρος ο λοχαγός Γιάννης Παλάσκας γιατί δεν είχε ακόμη φτάσει από τν Β. Ελλάδα μετά την κατάρρευση του μετώπου. Η προσχώρηση στο ΚΚΕ έγινε με ατομική σύνδεση του καθενός και κράτησε όλο το 1941…Η πατριωτική στάση των αξιωματικών αυτής της ομάδας είναι πρόσθετος τίτλος τιμής των αγωνιστών της Αριστεράς στην Εθνική Αντίσταση, προτού ακόμα ξεσπάσει η χιτλερική επίθεση κατά της ΕΣΣΔ…»
Σε άλλο σημείο του βιβλίου του με τίτλο «Ο πυρήνας –πρόδρομος του ΕΛΑΣ» αναφέρει: «Ο ρόλος του (σ.σ του Θ. Μακρίδη) στους κατοπινούς ένοπλους αγώνες είναι από τους σημαντικότερους. Ο σχεδιασμός βασικών επιχειρήσεων του ΕΛΑΣ πέρασε από το μυαλό και τα χέρια του. Πολύ φαιά ουσία του μυαλού και πολλές σόλες των παπουτσιών μας καταναλώσαμε με τον σύντροφο Θ. Μακρίδη στο ζήτημα της οργάνωση του ένοπλου αγώνα. Στους κύκλους των αξιωματικών με τους οποίους συνδεόταν παρατηρούνταν επιφύλαξη και δισταγμοί. Σκεφτείτε πως ήταν η περίοδος της ασταμάτητης προέλασης των χιτλερικών μηχανοκίνητων ορδών προς τη Μόσχα, μετά τη μάχη του Σμολένσκ, τον Ιούλη-Αύγουστο. Στις 30 του Σεπτέμβρη άρχιζε η μάχη της Μόσχας.. Δεν έρχονται οι αξιωματικοί, διστάζουν, έλεγε ο Μακρίδης. Ως πότε θα διστάζουν, ρωτώ. Περιμένουν τη μάχη της Μόσχας. Δεν πέφτει η Μόσχα, πες τους. Αι , αμα δεν πέσει θα δούμε. Σε κάθε συνάντηση τα ίδια και τα ίδια. Το τραινάρισμα γινόταν εκνευριστικό. Αναγκάστηκα τότε να τον στεναχωρήσω λιγάκι. Καλά Θόδωρε, οι συνάδελφοι σου τι α έκαμαν αν ήταν να πέσει η Μόσχα, δεν θα συνέχιζαν την αντίσταση; Αν πέσει η Μόσχα, εγώ θα πάω καλόγερος στο Αγιον Ορος, μου πέταξε αστεία. Αυτό το περιστατικό, περισσότερο από κάθε τι, δείχνει πόσο είχαν σφιχτεί οι καρδιές γύρω από τη μάχη τη Μόσχας. Δεν ήθελα να οδηγηθούν οι προσπάθειες μας σε αδιέξοδο. Ενεργούσαμε παράλληλα μέσω του λοχαγού Γ. παλάσκα καθώς και προς άλλες κατευθύνσεις…Όταν σε λίγο κατά τον Οκτώβριο του 1941 έσπασε η πρώτη επίθεση των χιτλερικών στο μέτωπο της Μόσχας ο Μακρίδης έφερε χαρμόσυνες διαθέσεις από τους συναδέλφους του αξιωματικούς. Κατορθώσαμε να κατοχυρωθούμε και με την ένταξη του στρατηγού Μάντακα που βρισκόταν στην Κρήτη επι κεφαλης της εκεί αντίστασης. Ο Μακρίδης μας έφερε το μήνυμα της προσχώρησης του…»
aris2
Αμέσως μετά την ίδρυση του ΕΑΜ συγκροτήθηκε αρχές Οκτώβρη στην Αθήνα ο Στρατιωτικό Κέντρο της Αντίστασης (ΣΚΑ) με επικεφαλής τους μόνιμους αξιωματικούς Ν. Παπασταματιάδη και Θ. Μακρίδη. Το ΣΚΑ ανέλαβε να μελετήσει τα προβλήματα της οργάνωσης και της διεξαγωγή της ένοπλης αντίστασης και να συντονίσει τις ενέργειες προς την κατεύθυνση αυτή.
Γράφει σχετικά ο Π. Ρούσος (Μεγάλη Πενταετία) για τη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβρη του 1941 στο σπίτι του Θ. Μακρίδης στον Αγιο Σώστη: « Σε μια σύσκεψη που ήταν εκεί ο  αείμνηστος συνταγματάρχης Παπασταματιάδης, αποφασίστηκε να ιδρύσουμε τον καθοδηγητικό πυρήνα της ένοπλης αντίστασης κατά των καταχτητών. Τον αποτέλεσαν ο Παπασταματιάδης, ο Μακρίδης με επικεφαλής τον στρατηγό Μ. Μάντακα που δέχτηκε, όπως μας ανακοινώθηκε να κεφαλώσει τη δουλειά…»
Η Κεντρική Οργανωτική Επιτροπή του ΕΑΜ με διάγγελμα της στις 10 Οκτώβρη προσανατόλιζε τον ελληνικό λαό στην ένοπλη πάλη. Απευθυνόμενη ιδιαίτερα στους αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και τους εφέδρους πολεμιστές του κάλεσε να προσφέρουν τις γνώσεις τους, την πείρα τους, τη δοκιμασμένη τόλμη τους στην οργάνωση των εθνικών αγώνων.
Με την καθοδήγηση του ΣΚΑ δυνάμωσαν στην Αθήνα και τον Πειραιά οι προσπάθειες για τη οργάνωση μαχητικών ομάδων και την προσέλκυση αξιωματικών στον αγώνα.
-Τον Σεπτέμβρη-Οκτώβρη Κ.Ε στέλνει στη Ρούμελη του Θανάση Κλάρα (Αρη Βελουχιώτη) για να μελετήσει τη κατάσταση και τις δυνατότητες οργάνωσης αντάρτικου. Γράφει ο Πέτρος Ρούσος: «Από τον Σεπτέμβρη του 1941 ο Θανάσης Κλάρας σταλμένος από την Κ.Ε συνεννοούνταν με την κομματική οργάνωση Λαμία (γραμματέας ο τσαγκάρης Γιαταγάνας, δραπέτης από τη Φολέγανδρο) και με τον αντιπρόσωπο της οργάνωσης Γ. Χουλιάρα-Περικλή άρχισαν να προωθούν τη συγκρότηση ανταρτομάδων με επιτόπιες περιοδείες στη Φθιωτιδοφωκίδα και στη Παρνασίδα. Η δουλειά κράτησε μερικούς μήνες…»
-Στα τέλη του Δεκέμβρη (ή για άλλους τέλη Νοέμβρη) 1941 με πυρήνα το ΣΚΑ συγκροτήθηκε Κεντρική Στρατιωτική Επιτροπή (από τους Ν. Παπασταματιάδη, Θ. Μακρίδη και Π. Δανιηλίδη μέλος της Κ.Ε) με την καθοδήγηση του Γ. Σιάντου, που αποτέλεσε το ανώτατο επιτελείο του αγώνα. Η ΚΣΕ καθοδηγούνταν από την Κ.Ε του ΕΑΜ. Επίσης εκείνη τη περίοδο λειτουργούν και (με βάση αναμνήσεις πρωταγωνιστών τους) η «Στρατιωτική Οργάνωση Αθήνας – Πειραιά», με επικεφαλής τον Σπύρο Κωτσάκη και το «Στρατιωτικό Οργανωτικό Γραφείο» του ΕΑΜ με καθοδηγητή τον τότε γραμματέα της Οργάνωσης Θανάση Χατζή.
Για την καθοδήγηση του στρατιωτικού τομέα της αντίστασης και το ρόλο του Γ. Σιάντου αναφέρει ο Π. Ρούσος (Η Μεγάλη Πενταετία) : «…Ο «γέρος» , ο Σιάντος, θα αναλάβαινε προτού ακόμη συνέλθει η ολομέλεια της Κ.Ε αυτοπρόσωπα (σ.σ εννοεί την 8η ολομέλεια) την καθοδήγηση της στρατιωτικής δουλειάς. Ήταν άλλωστε ο μόνος εμπειροπόλεμος στην νεοδιαμορφούμενη ΚΕ. Αποφασίστηκε να συνεργαστούμε οι δύο μας να βάλουμε κάτω τις διαθέσιμες ως τότε δυνάμεις του κόμματος και να προχωρήσουμε στη συγκρότηση οργανωμένης και διακλαδισμένης στρατιωτικής οργάνωσης. Η βασική συνεργασία μας, έγινε μέσα στο Δεκέμβρη στο σπίτι ενός φίλου μου πολιτικού μηχανικού, στο συνοικισμό Ζωγράφου. Συνεργαστήκαμε με το «γέρο», το Σιάντο ολάκερη τη νύχτα και την άλλη μέρα. Έκαμε έκθεση της κατάστασης. Έβρισκε σωστά όλα τα ως τότε μέτρα. Αποφασίστηκε να εισηγηθούμε στην πρώτη συνεδρίαση της Κ.Ε τα παρακάτω:
Ιδρύεται αντάρτικος στρατός από σκόρπιες ομάδες που υπήρχαν και από άλλες που θα συγκροτήσουμε. Ο «γέρος» πρότεινε να ονομαστεί Ελληνικός Λαϊκός Στρατός. Συμφωνήσαμε. Όταν σκέφτηκα τα αρχικά του πρότεινα αυθόρμητα μια συμπλήρωση.-Δε βάζουμε και τη λέξη Απελευθερωτικός; Θα ηχεί ωραία και στην συντομωνυμία του. Χάρηκε συγκρατημένα όπως πάντα. Συμφωνήσαμε. Έτσι πρωτακούστηκε η ονομασία ΕΛΑΣ.
Β. Να αναλάβει ο Σιάντος να ξεκαθαρίσει τη υπόθεση των αξιωματικών της οργάνωσης «Φίλοι του Λαού».
Γ. Να οργανωθεί σύσκεψη των στρατιωτικών στελεχών του κέντρου με την καθοδήγηση του Γ. Σιάντου.
Δ. Να εισηγηθούμε στο ΕΑΜ τις σχετικές αποφάσεις μας με πρόταση να υιοθετήσει το νέο στρατό σαν όργανο του.
Ε. Να κληθούν στην Αθήνα ένα δύο αντάρτικα στελέχη-καπεταναίοι από τις σκόρπιες ομάδες που υπήρχαν.
Στ. Να αναλάβει από το Πολιτικό Γραφείο την ευθύνη της στρατιωτικής δουλειάς του κόμματος ο Σιάντος με υπεύθυνο βοηθό και σύνδεσμο  του τον ηλεκτροτεχνίτη συνδικαλιστή Γιώση που είχε αποδράσει μαζί του. Όλα τα σχέδια πέρασαν από την ΚΕ, εγκρίθηκαν και μπήκαν σε πράξη».
-Το Γενάρη του 1942 (συνήλθε ήδη η 8η ολομέλεια της Κ.Ε του ΚΚΕ) Κ.Ε του ΚΚΕ και Κ.Ε του ΕΑΜ γνωστοποίησαν την απόφαση τους για δημιουργία στρατού της αντίστασης με την ονομασία Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ).  ΚΣΕ ανασυγκροτήθηκε, διευρύνθηκε και ονομάστηκε Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ.
Η σύσκεψη του Φλεβάρη του 1942
Στις 2 Φλεβάρη του 1942, πραγματοποιήθηκε η ιδρυτική σύσκεψη του ΕΛΑΣ σ’ ένα σπίτι στους Αμπελόκηπους, απέναντι από το Παναθηναϊκό. Στη σύσκεψη συμμετείχαν ο Πολύδωρος Δανιηλίδης ως στρατιωτικός υπεύθυνος της ΚΕ του ΚΚΕ, ο Σπ. Κωτσάκης εκ μέρους της Στρατιωτικής Οργάνωσης Αθήνας – Πειραιά, ο Ανδρέας Τζήμας – Σαμαρινιώτης εκ μέρους της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ και ο Θ. Χατζής, εκπροσωπώντας την ΚΕ του ΕΑΜ. Στη σύσκεψη συζητήθηκε και εγκρίθηκε η ιδρυτική διακήρυξη της νέας στρατιωτικής οργάνωσης, καθώς και το όνομα που θα έπαιρνε.
Σε σχέση με την ονομασία του , υπάρχουν στα βιβλία των πρωταγωνιστών της εποχής εκείνης διαφορετικές απόψεις. Ο Α. Τζήμας, σε μια έκθεσή του προς το Κόμμα αναφέρει πως ο Σιάντος είναι αυτός που έδωσε στο νέο στρατό το όνομα ΕΛΑΣ. Αντίθετα ο Π. Ρούσος ισχυρίζεται πως σε μια σύσκεψη που έγινε στου Ζωγράφου, ενώ ο Σιάντος πρότεινε ο νέος στρατός να ονομαστεί «Ελληνικός Λαϊκός Στρατός», ο ίδιος (ο Ρούσος δηλαδή) πρότεινε να προστεθεί και η λέξη «Απελευθερωτικός» κι έτσι προέκυψε το όνομα ΕΛΑΣ. Ένας από τους βιογράφους του Βελουχιώτη, ο Γ. Χατζηπαναγιώτου (καπετάν Θωμάς) υποστηρίζει όπως ο Αρης είναι αυτός που έδωσε στο νέο στρατό το όνομα ΕΛΑΣ14. Αντίθετα με τους παραπάνω, ο Θ. Χατζής, βάσει των στοιχείων που παραθέτει και οι Σπ. Κωτσάκης και Π. Δανιηλίδης με τα γραπτά τους υποστηρίζουν πως η ονομασία ΕΛΑΣ αποφασίστηκε στη σύσκεψη, της 2/2/1942, στους Αμπελόκηπους και εγκρίθηκε από τα ανώτερα όργανα του κινήματος, την ΚΕ του ΕΑΜ και την ΚΕ του ΚΚΕ. Ο Δανιηλίδης μάλιστα σημειώνει πως μετέφερε στη σύσκεψη πρόταση του Σιάντου ο νέος στρατός να ονομαστεί ΕΛΣ (Ελληνικός Λαϊκός Στρατός), αλλά οι συμμετέχοντες σ’ αυτήν αποφάσισαν να προσθέσουν μεταξύ του Λ και του Σ το Α (απελευθερωτικός) κι έτσι προέκυψε το όνομα ΕΛΑΣ. «Την προσθήκη αυτή – γράφει – τη διεκδικεί ο τότε υπεύθυνος της Στρατιωτικής Οργάνωσης Αθήνας Σπύρος Κωτσάκης. Κανείς μας δε σκέφτηκε να του αμφισβητήσει την τιμή αυτή, εκτός από κείνους που θέλουν να πλαστογραφήσουν την ιστορία». Ο Κωτσάκης βεβαίως, στα γραπτά του, πιθανόν από σεμνότητα, δεν προβάλλει καμία διεκδίκηση. Η ονομασία του ΕΛΑΣ συζητήθηκε στη σύσκεψη στους Αμπελόκηπους, στην ΚΕ του ΚΚΕ, στην ΚΕ του ΕΑΜ και, πολύ πιθανόν, και σε συναντήσεις ηγετικών προσωπικοτήτων της Εθνικής μας Αντίστασης.
Οι πρώτες αντάρτικες ομάδες
Στο πλαίσιο της απόφασης της 6η ολομέλειας, από το καλοκαίρι του ’41 κομμουνιστές και άλλοι πατριώτες συγκροτούν ένοπλες αντιστασιακές ομάδες και αντάρτικα τμήματα σε διάφορα μέρη της χώρας. Τα παραδείγματα πολλά. Στα τέλη Ιουνίου του ’41 η οργάνωση Λάρισας του Κόμματος έδωσε εντολή στους καταδιωκόμενους κομμουνιστές του Αλμυρού Θεσσαλίας, μ’ επικεφαλής τον Μήτσο Τσαρδάκα, να οργανωθούν σε ανταρτοομάδες και να συγκεντρωθούν στην Οθρη. Τον Ιούλη με απόφαση του Γραφείου Μακεδονίας – Θράκης του ΚΚΕ συγκροτείται στην περιφέρεια της Νιγρίτας η ανταρτοομάδα «Οδυσσέας Ανδρούτσος» με επικεφαλής τον κομμουνιστή δάσκαλο Θ. Γκένιο (Λασάνη) και στην περιφέρεια του Κιλκίς η ανταρτοομάδα «Αθανάσιος Διάκος» μ’ επικεφαλής τον Χρ. Μόσχο (καπετάν Πέτρο). Το ίδιο διάστημα εμφανίστηκαν αντάρτικες ομάδες στη Δυτική Μακεδονία με το όνομα «Ομάδες Ελευθερίας». Επίσης στα μέσα Ιούλιου με πρωτοβουλία του Κόμματος οργανώθηκαν οι πρώτες ομάδες ενόπλων της οργάνωσης «Πατριωτικό Μέτωπο» στην Ήπειρο (επαρχία Παραμυθιάς – Ηγουμενίτσας) και το Νοέμβρη στην περιφέρεια της Άρτας οργανώθηκε ένα στρατιωτικό τμήμα του ΕΑΜ από αξιωματικούς και πολιτικά στελέχη, με στόχο την οργάνωση του αντάρτικου στην περιοχή. Τέλος, ένοπλες ομάδες εμφανίστηκαν στη Ρούμελη, στη Βοιωτία, στην Πελοπόννησο κ.α

Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας