Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

Σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο για το Δημόσιο


Στη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης τέθηκε το νομοσχέδιο με τον τίτλο «Εκδημοκρατισμός της διοίκησης - καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και ηλεκτρονική διακυβέρνηση - αποκατάσταση αδικιών και άλλες διατάξεις», που ουσιαστικά έρχεται να μετατρέψει τη διοίκηση σε μοχλό ανασυγκρότησης της οικονομίας και στήριξης της επιχειρηματικότητας, να βοηθήσει δηλαδή στην ανασυγκρότηση της καπιταλιστικής οικονομίας, στηρίζοντας τους κεφαλαιοκράτες. 

Σχετικά με τους εργαζόμενους στο Δημόσιο το νομοσχέδιο διαχωρίζει τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) σε «γενικές» και «ειδικές» (άρθρο 5). Οι γενικές ΣΣΕ, οι οποίες είναι αντικείμενο διαπραγματεύσεων μεταξύ Δημοσίου και ΑΔΕΔΥ, «ρυθμίζουν τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης και της αμοιβής όλων των υπαλλήλων».
Από την άλλη, δεν επιτρέπονται οι διαπραγματεύσεις για τους μισθούς στις ειδικές ΣΣΕ, μεταξύ των αρμόδιου δημόσιου φορέα και των Ομοσπονδιών του Δημοσίου. Αντικείμενο αυτών των συμβάσεων είναι αποκλειστικά οι συνθήκες απασχόλησης. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι στο σχέδιο νόμου υπάρχει η εξής ρύθμιση: «Στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας μπορεί να συνομολογείται ρήτρα ειρήνης για συγκεκριμένα ζητήματα»! Με άλλα λόγια, ρήτρα ταξικής συνθηκολόγησης.
Για το πειθαρχικό δίκαιο, το σχέδιο νόμου καταργεί τις διατάξεις που θεσμοθέτησαν την αυτοδίκαιη αργία πριν ακόμα ξεκινήσει πειθαρχικός έλεγχος. Επαναφέρει το πειθαρχικό δίκαιο που όριζαν οι νόμοι 3527 και 3584 του 2007, εξακολουθώντας ωστόσο να διατηρεί τον αντιδραστικό και αυταρχικό του χαρακτήρα, στοιχείο του οποίου είναι η απαγόρευση στους εργαζόμενους του Δημοσίου να αμφισβητούν τους νόμους του κράτους κ.ά.
Για την επαναπρόσληψη εργαζομένων
Για τους εργαζόμενους που απασχολούνται στο Δημόσιο με συμβάσεις Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΙΔΑΧ) προβλέπεται η μονιμοποίησή τους. Ωστόσο δεν γίνεται ξεκάθαρο αν αφορά το σύνολό τους, καθώς η κυβέρνηση μιλά για 40.000 ΙΔΑΧ ενώ υπάρχουν 48.000. Ακόμα υπάρχει η πιθανότητα χειροτέρευσης της μισθολογικής και ασφαλιστικής τους κατάστασης. Σε κάθε περίπτωση στο σχέδιο νόμου η κυβέρνηση παραδέχεται ρητά ότι η μονιμοποίησή τους -η οποία δεν προκαλεί δημοσιονομική επιβάρυνση- γίνεται για να διευκολύνει το θεσμό της κινητικότητας.
Ακόμα, προβλέπεται η επαναπρόσληψη ατόμων που είχαν ενταχθεί σε διαθεσιμότητα και απολύθηκαν ή βρίσκονται ακόμα σε διαθεσιμότητα. Και εδώ υπάρχουν ασάφειες. Το σύνολο αυτών εκτιμάται ότι φθάνει τις 7.000, όμως η κυβέρνηση μιλά για επαναπρόσληψη 3.920. Ένα άλλο ζήτημα είναι ότι προβλέπεται η επαναφορά διαθεσίμων σε προσωποπαγείς και όχι οργανικές θέσεις. Αυτό σημαίνει πως όταν αποχωρήσει ο εργαζόμενος από την υπηρεσία, τότε η θέση καταργείται και συνεπώς συρρικνώνεται η υπηρεσία.
Παράλληλα, υπάρχουν κατηγορίες εργαζομένων οι οποίες μένουν «απέξω». Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι περίπου 3.000 εργαζόμενοι στο πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι» οι οποίοι δουλεύουν με ετήσιες συμβάσεις ορισμένου χρόνου που ανανεώνονται επί 12 χρόνια. Παρά τις υποσχέσεις που είχε δώσει ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά, για μετατροπή των συμβάσεών τους σε αορίστου χρόνου και μονιμοποίηση των δομών του προγράμματος, το Συντονιστικό τους μόλις προχτές κατήγγειλε τον εμπαιγμό της κυβέρνησης, που αρνείται να δώσει οριστική λύση, όπως προέκυψε από τις συναντήσεις που έχει με τα αρμόδια υπουργεία.
Απέξω φαίνεται να μένουν και 300 καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών (είναι διαφορετική περίπτωση από τις 600 που είχαν τεθεί σε διαθεσιμότητα) που δούλευαν για 10 ολόκληρα χρόνια, με μηνιαίες συμβάσεις έργου και απολύθηκαν το 2013. Και αυτές οι εργαζόμενες φαίνεται ότι υφίστανται τον κυβερνητικό εμπαιγμό παρά και τη δικαστική απόφαση που ορίζει ότι οι συμβάσεις τους υπέκρυπταν εξαρτημένη απασχόληση. Από τα παραπάνω γίνεται καθαρό ότι η κυβέρνηση σε καμία περίπτωση δεν ικανοποιεί το αίτημα για επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων με πλήρη δικαιώματα.
Συνεχίζονται κινητικότητα - «αξιολόγηση»
Με το σχέδιο νόμου η κυβέρνηση, πιστή στις δεσμεύσεις προς την ΕΕ και τους δανειστές, προωθεί την κινητικότητα, που συνδέεται με την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και την εξοικονόμηση οικονομικών πόρων, κυρίως από το λεγόμενο μη μισθολογικό κόστος. Στο επιχείρημα ότι η κινητικότητα εξυπηρετεί την κάλυψη κενών, η απάντηση είναι πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω μαζικών προσλήψεων μόνιμου προσωπικού και μέσω εθελοντικών μετατάξεων.
Τον ίδιο στόχο υπηρετεί και το εργαλείο της «αξιολόγησης» δομών και προσωπικού, που επίσης η κυβέρνηση διατηρεί. Χαρακτηριστικό του ρόλου της «αξιολόγησης» είναι το ότι στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου γίνεται λόγος για επανασύσταση υπηρεσιών «που είχαν καταργηθεί χωρίς να έχει προηγηθεί διαδικασία αξιολόγησης». Έτσι, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να καταργηθούν εκ νέου αυτές ή άλλες υπηρεσίες, αν τηρηθεί ο όρος της «αξιολόγησης». Τέλος, το σχέδιο νόμου προβλέπει την κατάργηση της επίταξης προσώπων και υπηρεσιών.
Από τα παραπάνω αναδεικνύεται πως το σχέδιο νόμου δεν ικανοποιεί βασικά αιτήματα των εργαζομένων, όπως η επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων και η επανατοποθέτηση όλων των διαθεσίμων, η κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας κ.ά.